ΟΤΑΝ ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΕΡΙΖΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΚΟΓΚΟΛ...

Εδώ και πολλά χρόνια, η Ρωσία και η Ουκρανία ερίζουν μεταξύ τους για τον μεγάλο λογοτέχνη Νικολάι Γκόγκολ (1809-1852), τον συγγραφέα των «Νεκρών Ψυχών», του «Επιθεωρητή», του «Ταράς Μπούλμπα» και του «Παλτό».

Μπορεί να διαχωριστεί ένα ταλέντο; Να σπάσει στα δύο ένα αριστούργημα της τέχνης; Να μοιραστεί  σε δύο μουσεία μια συγγραφική πένα; Που βρίσκεται σήμερα το κρανίο του συγγραφέα; Μετά από 162 χρόνια αφότου πέθανε, η Ρωσία και η Ουκρανία συνεχίζουν την «πολιτισμική» αντιπαράθεση, μαλώνοντας για το λογοτεχνικό DNA του πολυτάλαντου δημιουργού;

Γεννήθηκε στην τσαρική Ρωσία του προπερασμένου αιώνα. Καμβάς για τα γραπτά του, η καθημερινή ζωή της εποχής, τα ποτάμια, οι απλωμένες στέπες της ρωσικής γης, τα απροσπέλαστα δάση, τα
νησάκια-πόλεις σε ποταμούς- σύνορα λαών και πολιτισμών, τα πολυάριθμα μικρά αγροτικά χωριά και οι αυτοκρατορικές πόλεις της αχανούς χώρας. Μέρη, που στη αφήγηση του ταξιδευτή συγγραφέα είναι απλά, τα κομμάτια ενός φανταστικού πίνακα: Της ρωσικής και της ουκρανικής ζωής.  
Ο Νικολάι Γκόγκολ γεννήθηκε στο χωριό Σορότσιντσι, της περιφέρειας (Κυβερνείο, όπως ονομάζονταν στην τσαρική Ρωσία η περιφερειακή διοικητική δομή) Πολτάβα, που σήμερα ανήκει στην Ουκρανία. Αλλά έζησε στη Ρωσία, έγραψε στα ρωσικά και η ίδια η Ουκρανία στα βιβλία του, έπαιρνε τη μορφή μια μαγικής – φανταστικής – παραμυθένιας χώρας. Όλες οι πληροφορίες γι’ αυτήν, αντλήθηκαν σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από την αλληλογραφία του Γκόγκολ με τη μητέρα του, που παρέμεινε στη «Μικρά Ρωσία» (Μαλορόσιγια), όπως ήταν από παλιά ιστορικά γνωστή, αυτή η περιοχή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
«Χίπις», ταξιδευτής, παραμυθάς
Συμπτωματικά, ο Γκόγκολ γεννήθηκε την 1η Απριλίου. Την ημέρα που κάθε χρόνο αναβιώνει το γνωστό έθιμο με τα αθώα ψέματα. Ορισμένοι μάλιστα πιστεύουν ότι είναι προς τιμήν του Γκόγκολ η γιορτή της πρωταπριλιάς. Στην πραγματικότητα, ο Νικολάι Βασίλιεβιτς θα ταίριαζε περισσότερο στις οργιαστικές «Βαλπούργιες νύχτες» του Μεσαίωνα ή στον μυστικιστικό εορτασμό της παραμονής των Αγίων Πάντων (Χαλοουΐν), σε κάτι το πιο μυστηριώδες, το πιο «φανταστικό». Και είναι αλήθεια, ότι το μυστικιστικό, το μαγικό, τόσο πάνω του, όσο και στα βιβλία του δεν είναι λιγότερο από το αστείο, το κωμικό. Ο Γκόγκολ ήξερε όσο κανείς πώς να υφάνει σαν παραμύθι ένα διήγημα, να συνδυάσει σε μια ιστορία και τα δύο – διαμετρικά αντίθετα μεταξύ τους – αφηγηματικά στοιχεία.
Ο μακρυμάλλης, μικροκαμωμένος και με μεγάλη μύτη Γκόγκολ, θυμίζει τους σύγχρονους «χίπις» στην εμφάνισή του. Μάλιστα, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην ΕΣΣΔ, οι «κουλτουριάρηδες» της Μόσχας συνήθιζαν να φέρουν επάνω τους κονκάρδες με τον Γκόγκολ να φοράει στρογγυλά γυαλιά, όπως ο Τζον Λένον! Και αυτό ακριβώς το όνομα έγραφε η λεζάντα στην κονκάρδα: «John Lennon». Παρεμπιπτόντως, το μνημείο του Γκόγκολ, που βρίσκεται -που αλλού;- φυσικά στο βουλεβάρτο Γκόγκολ της ρωσικής πρωτεύουσας, ήταν από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 το σημείο συνάντησης των «χίπις». Η «μόδα» αυτή συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Στη Μόσχα υπάρχουν πολλά όμορφα μνημεία, αλλά σίγουρα ο Γκόγκολ δεν επιλέχθηκε τυχαία…


                                                Ρωσική Λογοτεχνία
Όπως και οι νέοι που ακολουθούν την κουλτούρα του ‘60, ο Γκόγκολ ζούσε μια «νομαδικού» τύπου ζωή, ήταν ένας άνθρωπος με τη δική του κοινωνική άποψη, περιφερόταν χωρίς να έχει σταθερή στέγη και τόπο αναφοράς. Πουθενά δεν μπορούσε να μείνει καιρό, ήταν συνεχώς στο δρόμο... Έτσι, είναι μάταιο να μαλώνουν η Ρωσία και η Ουκρανία για την «πατρότητα» του συγγραφέα – ταξιδευτή. Ναι, είναι Ρώσος. Αλλά και Ουκρανός. Αλλά με την ίδια πιθανότητα θα μπορούσε να είναι Γερμανός ή Ιταλός. Βρέθηκε και έζησε στη Ρώμη, στο Μόναχο, αλλά και στη Ναζαρέτ.
Ταξίδεψε σαν μέσα σε όνειρο, νωχελικά. Κοιτάζοντας τον κόσμο απ’ το παράθυρο της άμαξας που τον μετέφερε από τη μια πόλη στην άλλη. Στο Ισραήλ, κάθισε σ’ ένα παγκάκι, με μια κότα που ήταν στριμωγμένη από κάτω, στο Μόναχο ήπιε μπύρες με κάποιον Γερμανό. Αυτή ήταν όλη και όλη η ταξιδιωτική του εμπειρία. Σχεδόν τίποτα από αυτά που είδε, δεν αντικατοπτρίζεται στα βιβλία του. Όλες οι περιπέτειες είναι δημιουργήματα της πλούσιας φαντασίας του συγγραφέα. Πολλοί από τους χαρακτήρες του είναι ταξιδιώτες, όπως και ο ίδιος ο Γκόγκολ. Ο Χλεστακόφ, ο Τσίτσικοφ, ο Ιβάν Φιόντοροβιτς Σπόνκα. Όσο πιο γρήγορα γυρίζουν οι τροχοί της άμαξας, τόσο πιο πειστικά ο αναγνώστης περνάει σ’ έναν παράλληλο κόσμο, εκεί όπου οι νεκροί επανέρχονται στη ζωή, σε τόπους που εκτρέφονται γαλοπούλες σε μέγεθος μοσχαριού, εκεί, όπου τριάντα πέντε χιλιάδες κλητήρες σπεύδουν σε όλες τις γωνιές του κόσμου να μεταφέρουν τα ευχάριστα νέα.
Ρεαλιστής ο Γκόγκολ, ποτέ δεν ήταν. Χωρίς να θέλω να φανώ υπερβολικός, θα έλεγα ότι μπορούμε να τον κατατάξουμε στους «πρωτοπόρους της εναλλακτικής ιστορίας και της ιστορικής ανακατασκευής». Ήταν αυτός που σε μεγάλο βαθμό επινόησε την ουκρανική λαογραφία αλλά και την αστική λαογραφία της Αγίας Πετρούπολης. Και μάλιστα, τόσο πειστικά, που η μυθοπλασία και οι θρύλοι του Γκόγκολ εξακολουθούν να γίνονται μέχρι και σήμερα πιστευτά σαν να έχουν πράγματι γίνει. Οι ερευνητές έχουν από καιρό αποδείξει ότι δεν υπάρχει κάτι που να πλησιάζει έστω και λίγο στην πραγματικότητα την ιστορία που περιγράφει ο Γκόγκολ στο κοζάκικο έπος «Ταράς Μπούλμπα». Τίποτα από όσα γράφτηκαν στο κλασικό αυτό διήγημα δεν έχει συμβεί. Ούτε στους Κοζάκους, ούτε στους Ουκρανούς ή στην πραγματική ουκρανική ζωή, ούτε με τους Πολωνούς. Αλλά η εκδοχή του Γκόγκολ για την ιστορία είναι τόσο ελκυστική, που είναι δύσκολο να μην την πιστέψει κανείς.

Η επιρροή του Πούσκιν
Όταν η προοδευτική κοινωνία της εποχής αποκάλεσε τον «Επιθεωρητή» σαν ένα επαναστατικό παιχνίδι, μια σάτιρα που καταδικάζει την τσαρική γραφειοκρατία, ο Γκόγκολ πανικοβλήθηκε. Διότι ο ίδιος, τίποτα το ανατρεπτικό δεν είχε στο μυαλό του. Απλά μετάφερε στο χαρτί τον κόσμο που έπλασε, ένα κόσμο που κατοικείται από φανταστικά πλάσματα. Σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος πήρε την ιδέα του «Επιθεωρητή» από τον μεγάλο Πούσκιν. Λέγεται ότι ο Αλεξάντρ Πούσκιν κάποτε, όταν ταξίδευε στο εσωτερικό της χώρας, σταματώντας κάπου, όλοι αναστατώθηκαν γιατί τον πέρασαν για κρατικό επιθεωρητή. Με το απλό ανέκδοτο που διηγήθηκε ο Πούσκιν, αλλά και με την επίδραση των άλλων έργων του μεγάλου ποιητή, γεννήθηκε στο μυαλό του Γκόγκολ αυτή η μοναδική «πινακοθήκη» λογοτεχνικών αριστουργημάτων, όπως ο «Επιθεωρητής» και οι «Νεκρές Ψυχές». Και ο Πούσκιν είναι κλασικός, με αδιαμφισβήτητο κύρος. Ποιος θα μπορούσε να τον κριτικάρει;
Ο Πούσκιν ήταν σαν θεός για τον μεγάλο γλωσσοπλάστη. Φτάνοντας στην Αγία Πετρούπολη, ο Γκόγκολ έσπευσε αμέσως να συναντηθεί με τον Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς. Έτρεμε στη σκέψη και μόνο ότι θα δει από κοντά ο ίνδαλμα του. Στην πόρτα του διαμερίσματος του Πούσκιν, ο Γκόγκολ κόμπλαρε, δείλιασε να προχωρήσει. Έκανε μεταβολή και έτρεξε στο κοντινότερο ζαχαροπλαστείο για να πιεί ένα ποτήρι λικέρ για να πάρει θάρρος. Στη συνέχεια, επέστρεψε και ρώτησε κομπιάζοντας τον υπηρέτη: «Είναι σπίτι ο Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς;». «Ναι, βρίσκεται στην οικία του, αλλά έχει αποσυρθεί για να ξεκουραστεί», απάντησε ο υπηρέτης του Πούσκιν. Ο Γκόγκολ, αισθάνθηκε ακόμα περισσότερο σεβασμό για τον ποιητή. Υποθέτω, είπε ο Νικολάι Βασίλιεβιτς, «ότι εργάστηκε όλη τη νύχτα. Μάλλον θα έγραψε ποιήματα, έτσι δεν είναι;». «Ότι δούλεψε, ναι δούλεψε. Αυτό είναι αλήθεια. Το παιχνίδι με τα τραπουλόχαρτα, κράτησε όλη τη νύχτα», απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια στον πρωϊνό επισκέπτη ο υπηρέτης του μεγάλου ρώσου ποιητή.
Στο τέλος της ζωής του, ο Γκόγκολ επηρεάστηκε από τον φανατικό - υπερορθόδοξο - ιερέα Ματβέϊ, ο οποίος τον οδήγησε σε ακρότητες, ακόμα και εις βάρος του εαυτού του. Προσπάθησε να τον πείσει να παραιτηθεί από τη λογοτεχνία και να αφιερώσει τον εαυτό του στην πίστη. Τον έπεισε, ανάμεσα στα άλλα, να αποκηρύξει τον Πούσκιν. Ο πατέρας Ματβέϊ, κατάφερε να συγκεντρώσει την ευθύνη όλων των δεινών του κόσμου στο πρόσωπο του αιρετικού Πούσκιν. Ο Γκόγκολ αντιστάθηκε για αρκετό καιρό, αλλά στο τέλος παραδόθηκε στους δαίμονές του… Αποκηρύσσοντας τον Πούσκιν, στην ουσία αποχαιρέτησε τη ίδια τη ζωή, με όλα όσα του ήταν πολύτιμα και αγαπητά...

Που είναι το κρανίο του Γκόγκολ;
Η λογοτεχνία του Γκόγκολ είναι γεμάτη μυστικισμό, εξωπραγματικά γεγονότα, διανθισμένα με την μαγευτική αύρα της τυχαιότητας των συμβάντων. Ζωντανοί νεκροί, μάγισσες, μαγεμένα πορτρέτα. Ο μυστικισμός τον συντροφεύει μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του και συνεχίστηκε και μετά το θάνατό του. Θάφτηκε στο νεκροταφείο του μοναστηριού Ντανίλοφ στη Μόσχα. Τη δεκαετία του 1920 το νεκροταφείο καταργείται και καταστρέφεται. Έγινε εκταφή των οστών με σκοπό τη μεταφορά τους στο νεκροταφείο Νοβοντέβιτσι, αλλά το κεφάλι του συγγραφέα δεν βρέθηκε! Το κρανίο του Γκόγκολ, δεν υπήρχε μέσα στο φέρετρο!
Με την ανακομιδή των οστών χάθηκαν και άλλα πράγματα. Οι συγγραφείς που ήταν παρόντες στο άνοιγμα του τάφου, φεύγοντας πήραν μαζί τους κάποια αναμνηστικά. Ο Βαλεντίν Κατάγιεφ στο νεκροταφείο άρπαξε ένα ψαλίδι και έκοψε ένα κομμάτι από το παλτό του Γκόγκολ, το οποίο στη συνέχεια το έκανε «σκληρό εξώφυλλο» σε ένα τόμο των «Νεκρών Ψυχών» του συγγραφέα. Ο Βσέβολοντ Ιβανόφ, πήρε ένα πλευρό του Γκόγκολ και ο διευθυντής του νεκροταφείου, κομσομόλος Αρκατσέγιεφ βούτηξε τα παπούτσια του συγγραφέα.
Με εντολή Στάλιν
Όλα αυτά αναφέρθηκαν στον Στάλιν, ο οποίος ανέλαβε την υπόθεση προσωπικά. Ελέγχθηκαν οι πάντες και για τα πάντα και όλοι οι μάρτυρες προειδοποιήθηκαν για τις σοβαρές συνέπειες που θα είχε τυχόν αποκάλυψη των μυστικών που συζητήθηκαν. Αλλά οι φήμες εξακολουθούσαν να κυκλοφορούν. Αυτές οι φήμες είναι που επηρέασαν τον Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ να εντάξει στο διάσημο μυθιστόρημά του «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» μια ιστορία για το κεφάλι που χάθηκε. Μια «ορίτζιναλ» γκογκολική ιστορία!
Αλλά τι έγινε τελικά με το κεφάλι; Ο θρύλος λέει, ότι λίγο πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση (1917), ο γνωστός συλλέκτης και εκατομμυριούχος Μπαχρούσιν, έπεισε τους μοναχούς στο Μοναστήρι Ντανίλοφ να του παραδώσουν το κρανίο του Γκόγκολ. Και οι μοναχοί το έκαναν. Όμως μετά το θάνατο του Μπαχρούσιν, τα ίχνη του κρανίου χάθηκαν. Η τύχη του μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστη. Τουλάχιστον, το υπόλοιπο σώμα του Γκόγκολ αναπαύεται στο νεκροταφείο Νοβοντέβιτσι της Μόσχας.
Στον τάφο, με εντολή του Στάλιν τοποθετήθηκε προτομή του λογοτέχνη. Απομακρύνθηκαν ο πέτρινος σταυρός και η επιτύμβια στήλη. Οι αστικοί μύθοι λένε ότι η μαρμάρινη επιτύμβια στήλη χρησιμοποιήθηκε σαν ταφόπλακα για τον τάφο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, κληρονόμου της παράδοσης του Γκόγκολ. Να πως περιπλέκεται σαν κουβάρι η ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου